ποδηλάτης

ποδηλάτης
cycliste

Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Regardez d'autres dictionnaires:

  • ποδηλάτης — ποδηλάτης, ο και ποδηλατιστής, ο 1. αυτός που χρησιμοποιεί το ποδήλατο και κινείται με αυτό. 2. αυτός που παίρνει μέρος σε αγώνες ποδηλασίας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ποδηλάτης — ο, θηλ. ποδηλάτισσα και ποδηλάτις, Ν οδηγός ποδηλάτου. [ΕΤΥΜΟΛ. < ποδήλατο. Η λ. μαρτυρείται από το 1888 στην εφημερίδα Ακρόπολις] …   Dictionary of Greek

  • ποδηλάτις — η, Ν βλ. ποδηλάτης …   Dictionary of Greek

  • ποδηλάτισσα — η, Ν βλ. ποδηλάτης …   Dictionary of Greek

  • ποδηλασία — η, Ν άθλημα, τρόπος ψυχαγωγίας και μέθοδος μετακίνησης με ποδήλατο. [ΕΤΥΜΟΛ. < ποδηλάτης. Η λ. μαρτυρείται από το 1892 στην εφημερίδα Εφημερίς] …   Dictionary of Greek

  • ποδηλατιστής — ο, Ν 1. ο ποδηλάτης 2. ο αθλητής που επιδίδεται στην ποδηλασία. [ΕΤΥΜΟΛ. < ποδήλατο + ιστής*. Η λ. μαρτυρείται από το 1885 στην εφημερίδα Ακρόπολις] …   Dictionary of Greek

  • ποδηλατοδρόμος — ο, Ν ο ποδηλάτης και, ειδικά, αυτός που συμμετέχει σε αγώνες ποδηλατοδρομίας. [ΕΤΥΜΟΛ. < ποδήλατο + δρόμος (< δρόμος), πρβλ. μαραθωνο δρόμος. Η λ. μαρτυρείται από το 1895 στην εφημερίδα Πόλις] …   Dictionary of Greek

  • ποδηλατώ — έω, Ν 1. μετακινούμαι με ποδήλατο 2. εξασκούμαι στην ποδηλασία. [ΕΤΥΜΟΛ. < ποδηλάτης. Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στην εφημερίδα Εφημερίς] …   Dictionary of Greek

  • σπρίντερ — ο, Ν άκλ. (αθλ.) δρομέας ή ποδηλάτης μικρών διαδρομών στις οποίες αναπτύσσονται μεγάλες ταχύτητες για μικρό χρονικό διάστημα …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο Γιάννη Τσαρούχη — Η συλλογή των έργων του μεγάλου Έλληνα ζωγράφου, η οποία τώρα ανήκει στο ίδρυμα που φέρει το όνομά του και εμπλουτίζεται συνεχώς από δωρεές, εκτίθεται στο σπίτι όπου έζησε από το 1974 έως το θάνατό του, το 1989. Πρόκειται για ένα λιτό διώροφο… …   Dictionary of Greek

  • ποδηλατοδρόμος — ο 1. ποδηλάτης, ποδηλατιστής. 2. αυτός που αγωνίζεται σε δρόμο με ποδήλατο: Οι ποδηλατοδρόμοι συνοδεύονται και από αυτοκίνητα που τους παρακολουθούν …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”